Μια (όχι και τόσο) μικρή ιστορία για την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση.

          Μια (όχι και τόσο) μικρή ιστορία

για την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση.        

 

τι είναι η εκπαιδευτική αναδιάρθρωση;

Εδώ και δύο χρόνια η επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων και της νεολαίας εντείνεται διαρκώς. Χρησιμοποιώντας ιδεολογήματα όπως «η χαμηλή παραγωγικότητα», «η έλλειψη ανταγωνιστικότητας» ή «το άχρηστο σύστημα εκπαίδευσης της χώρας», επιχειρείται από την εκάστοτε κυβέρνηση (είτε πρόκειται για την προηγούμενη κυβέρνηση Παπανδρέου, είτε για την σημερινή της «ιερής συμμαχίας» ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ), από κοινού με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ η οριστική επιστροφή της κοινωνίας σε παλαιότερους αιώνες, τόσο σε επίπεδο εργασιακών δικαιωμάτων, όσο και στην εκπαίδευση.

Οι μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση έρχονται να καλύψουν τις ανάγκες των εργοδοτών για όλο και μεγαλύτερη εξειδίκευση και κατάργηση δικαιωμάτων των πτυχιούχων και ταυτόχρονα να εξυπηρετήσουν  την κρατική πολιτική τής ολοένα και λιγότερης χρηματοδότησης, ειδικά στην περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης που διανύουμε. Σε αυτήν την περίοδο προτεραιότητα δεν είναι η παροχή εκπαίδευσης σε όλους, αλλά η διασπασμένη και μεμονωμένη κατάρτιση όλο και λιγότερων φοιτητών, που θα συμβαδίζει με την οικονομική τους αφαίμαξη. ‘Ετσι, πραγματικός στόχος είναι η δημιουργία της νέας γενιάς εργαζομένων, που δεν θα έχουν κοινά, άρα και ισχυρά, δικαιώματα. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, αποτελούν το αγαπημένο άθλημα των εκάστοτε κυβερνήσεων και των στρατηγικών της ΕΕ, όπως αποτυπώνονται στη διακήρυξη της Μπολόνια, ήδη από την δεκαετία του ’90.

Ο νόμος-πλαίσιο Γιαννάκου (ψηφισμένος το 2007), ο νόμος-πλαίσιο Διαμαντοπούλου (ψηφισμένος το 2011) και ο νόμος για τη Δια Βίου Μάθηση (ψηφισμένος το 2010) αποτελούν την ενσάρκωση της προαναφερθείσας στρατηγικής και καθορίζουν τη φύση και τη λειτουργία του πανεπιστημίου, τις συνθήκες σπουδών μας και το εργασιακό μέλλον που προετοιμάζουν για εμάς.

 

 

και γιατί μας πλήττει;

·  θεσπίζονται οι πιστωτικές μονάδες και ο φάκελος προσόντων:

Οι πιστωτικές μονάδες (ECTS) αποτελούν μια απόπειρα ποσοτικοποίησης των σπουδών, με στόχο την διάσπαση ή κατάργηση των πτυχίων. Κάθε μάθημα αντιστοιχεί σε έναν αριθμό πιστωτικών μονάδων και για να αποφοιτήσει κανείς από ένα «πρόγραμμα σπουδών», θα πρέπει να έχει συγκεντρώσει έναν συγκεκριμένο αριθμό μονάδων. Φυσικά, εκτός από τις μονάδες που «μαζεύονται» στο πανεπιστήμιο, πιστωτικές μονάδες μπορούν να «μαζεύονται» και από ακριβοπληρωμένα σεμινάρια, από εθελοντική (δηλαδή απλήρωτη) εργασία κλπ.

Ο αριθμός μονάδων που αντιστοιχεί σε ένα μάθημα καθορίζεται από συμβούλια που απαρτίζονται από επιχειρηματίες, τοπικούς «παράγοντες», την εκκλησία κλπ, στοιχείο που δείχνει ποιόν ευνοεί ένα τέτοιο σύστημα. Τελικά ένας υποψήφιος εργαζόμενος θα πρέπει να συγκεντρώσει όσο μεγαλύτερο αριθμό μονάδων στον λεγόμενο ατομικό φάκελο προσόντων, για να έχει μια ελπίδα ότι θα βρει εργασία.

Οι πιστωτικς﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽κοελοές μονάδες, αντικαθιστώντας το πτυχίο, καταργούν κάθε έννοια συλλογικού δικαιώματος και άρα κάθε δυνατότητας συλλογικας﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽καλκοελοής διεκδίκησης για καλύτερους όρους εργασίας. Για παράδειγμα, αν αυτό εφαρμοστεί στη Σχολή μας, οι απόφοιτοι παύουν να έχουν Δίπλωμα Αρχιτέκτονα, και έχουν ένα σύνολο πιστωτικών μονάδων πάνω σε σπουδές στην Αρχιτεκτονική, που δεν τους προσφέρει τα επαγγελματικά και εργασιακά δικαιώματα που υπήρχαν εώς τώρα. Με τις πιστωτικές μονάδες μετατρέπονται σε ατομική υπόθεση οι σπουδές και η διαπραγμάτευση των συνθηκών εργασίας και προβάλλεται ως βέλτιστη λύση ο ατομικός δρόμος, ο ανταγωνισμός και ο κοινωνικός κανιβαλισμός. Τελικά οδηγούμαστε όλοι σε ένα άσκοπο και αέναο κυνήγι μονάδων και προσόντων που θα απαξιώνονται συνεχώς, με προκαθορισμένη την προοπτική χειρότερων συνθηκών σπουδών και εργασίας.

 

·  συγχωνεύονται ή καταργούνται τμήματα και σχολές:

Βασικός στόχος της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης είναι η δραστική μείωση των σχολών και των τμημάτων, με οικονομικά κριτήρια πάντα. Την απόφαση για αυτές τις αλλαγές θα την παίρνει αποκλειστικά το υπουργείο, αδιαφορώντας για την άποψη και τις αντιδράσεις της πανεπιστημιακής κοινότητας. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος τμήμα καταργείται (μαζί με τους τομείς του και την σχετική αυτονομία που είχε). Την θέση του παίρνουν τα προγράμματα σπουδών, που αποτελούν μη αυτόνομα κομμάτια μεγαλύτερων σχολών. Για παράδειγμα, η σχολή μας -ανεξαρτήτως του ότι τυπικά λέγεται σχολή, αντιμετωπίζεται από το υπουργείο ως τμήμα- ενδέχεται να συγχωνευθεί με την σχολή πολιτικών μηχανικών και τοπογράφων (σύμφωνα με άλλα σενάρια, ενδέχεται να συγχωνευθεί με την καλών τεχνών) σε μια ενιαία σχολή που θα έχει πολλαπλές κατευθύνσεις, πολλές φορές ιδιαίτερα εξειδικευμένες. Συνέπεια αυτού του μέτρου είναι ο πολυκατακερματισμός του αντικειμένου μιας σχολής, οι πολλαπλές ταχύτητες αποφοίτων και η εξατομίκευση. Αυτό, σε συνδυασμό με την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, οδηγεί στο να μπαίνουμε στην αγορά εργασίας, χωρίς να έχουμε κάτι κοινό με τους «συναδέλφους» μας.

Με το σχέδιο Καλλικράτης για τα Πανεπιστήμια, περιφερειακά συμβούλια (που απαρτίζονται από τοπικούς επιχειρηματίες, «παράγοντες», κλπ.) θα επιβάλουν τη συρρίκνωση της δημόσιας και δωρεάν ανώτατης εκπαίδευσης, με την κατάργηση και συγχώνευση πανεπιστημίων και τμημάτων και την δημιουργία “ιδρυμάτων πολλών ταχυτήτων”, με συνέπεια τη γενική υποβάθμιση και απαξίωση, τις απολύσεις προσωπικού (που αντιμετωπίζουν ήδη την «εφεδρεία») και τον σημαντικό περιορισμό των διαθέσιμων θέσεων στο Δημόσιο Πανεπιστήμιο για πρώτη φορά μετά από 3 δεκαετίες. Θα επιβάλουν επίσης στην εκπαίδευση και την έρευνα τις απαιτήσεις της αγοράς και των επιχειρήσεων. Το μέτρο αυτό δεν περιλαμβάνει καμία μέριμνα για τους πτυχιούχους και όσους σπουδάζουν σε αυτά τα  πανεπιστήμια.

 

·  εντείνεται η εξειδίκευση:

Το σόφισμα της εξειδίκευσης και της ευελιξίας παρουσιάζεται ως η λύση των καιρών, λόγω της τεχνολογικής και κοινωνικής εξέλιξης. Όμως στην πραγματικότητα εξυπηρετεί την ανάγκη των εργοδοτών να μπορούν να χρησιμοποιούν για ένα μικρό διάστημα τους αποφοίτους τέτοιου είδους προγραμμάτων σπουδών,  που είναι αναλώσιμοι (αφού λίγα χρόνια μετά την αποφοίτησή τους, το αντικείμενό τους έχει ξεπεραστεί). Αυτού του τύπου οι εργαζόμενοι κοστίζουν λιγότερο, αφού τα προγράμματα σπουδών που παρακολουθούν είναι πιο περιορισμένα και άρα φθηνότερα, αλλά και επειδή ο εργοδότης τους πληρώνει λιγότερο και μπορεί να τους απολύσει ευκολότερα. Αφού οι εξειδικευμένες σπουδές προσφέρουν ένα τόσο περιορισμένο εργασιακό μέλλον, αναγκαζόμαστε να επαν-εξειδικευόμαστε κάθε λίγο και λιγάκι καθ’ όλη τη διάρκεια του εργασιακού μας βίου.

 

·  θεσπίζεται η αξιολόγηση και η σύνδεσή της με την χρηματοδότηση:

Η αξιολόγηση γίνεται ο βασικός μοχλός πίεσης προς τα ΑΕΙ για συμμόρφωση με την συνολική εκπαιδευτική στρατηγική, αφού η όποια πενιχρή κρατική χρηματοδότηση θα εξαρτάται από τις επιδόσεις στις διαδικασίες αξιολόγησης. Η αξιολόγηση θα γίνεται με δύο τρόπους: εσωτερική κάθε χρόνο και εξωτερική κάθε τρία χρόνια και θα είναι υποχρεωτική.

-Η εσωτερική θα πραγματοποιείται μέσω ερωτηματολογίων που θα συμπληρώνονται από τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας. Με τα ερωτηματολόγια, ο φοιτητής καλείται να συμμετάσχει σε μια αποστειρωμένη και εξατομικευμένη διαδικασία, τελικά ανέγκυρη, που δεν έχει σχέση με κάποια συλλογική διαδικασία. ‘Ετσι, θα απαντά σε προκαθορισμένα ερωτήματα με συγκεκριμένες απαντήσεις, όχι αυτοτελώς και βάσει προσωπικών και συλλογικών κριτηρίων, αλλά σε ζητήματα που θα αφορούν άλλους.

-Η εξωτερική θα γίνεται από “ανεξάρτητους” διορισμένους τεχνοκράτες από Ελλάδα και εξωτερικό. Τα κριτήρια με τα οποία θα γίνεται αυτή η αξιολόγηση βασίζονται στα αποτελέσματα της εσωτερικής αξιολόγησης και στις εκάστοτε ανάγκες της αγοράς εργασίας, όπως η όλο και μεγαλύτερη εξειδίκευση των προγραμμάτων σπουδών, οι εντατικοί ρυθμοί σπουδών, η “εύρυθμη λειτουργία” (όχι συνελεύσεις, όχι κινητοποιήσεις που προξενούν απώλεια διδακτικών ωρών), η απορρόφηση πτυχιούχων, τα ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια με τα οποία λειτουργεί το ίδρυμα, η εξειδικευμένη έρευνα που καλύπτει τις εταιρείες κλπ.

Η αξιολόγηση ωθεί τα πανεπιστήμια να λειτουργούν στη βάση αυτών των κριτηρίων για να βελτιώσουν τη θέση τους στην κατάταξη, να προσελκύσουν χρηματοδότες και να λάβουν ένα μέρος της κρατικής χρηματοδότησης. Μέσω αυτού του τρικ, το κράτος απαλάσσεται από την συνταγματικά κατοχυρωμένη υποχρέωσή του να χρηματοδοτεί επαρκώς τα πανεπιστήμια, που ήδη δεν καλύπτουν λειτουργικά έξοδα και διδακτικές ανάγκες (όπως φάνηκε και στη Σχολή μας τον περασμένο χρόνο). Τελικά επιτυγχάνεται η διαίρεση των πανεπιστημίων σε καλά ή “κέντρα αριστείας” που ανταποκρίνονται στους λίγους που έχουν την οικονομική δυνατότητα να εισαχθούν και στα υπόλοιπα που θα υπολειτουργούν και θα καταρτίζουν το μεγάλο ποσοστό της νεολαίας. Η διαίρεση αυτή αντανακλάται και στην αγορά εργασίας, συντελώντας έτσι στους χειρότερους όρους δουλειάς.

·  περικόπτονται οι φοιτητικές παροχές:

Στο πλαίσιο της μείωσης της χρηματοδότησης στην εκπαίδευση, οι φοιτητικές παροχές τείνουν προς την εξαφάνιση.

Η σταδιακή κατάργηση των συγγραμμάτων προχωρά. Ήδη από αυτό το εξάμηνο υπάρχει πρόβλημα σχεδόν σε όλες τις σχολές, αφού η διδακτέα ύλη ενός μαθήματος δεν καλύπτεται από το μοναδικό σύγγραμμα που παρέχεται ανά μάθημα. Η προτεινόμενη «εναλλακτική» της βιβλιοθήκης ή του ψηφιακού συγγράμματος αποτελεί μια φενάκη, αφού τα συγγράμματα στις βιβλιοθήκες δεν επαρκούν για όλους τους φοιτητές και επομένως θα πρέπει ή να βγλουμε ﷽﷽﷽﷽τελεκαλύπτεται από το χρηματοδάλουμε τα μάτια μας στην οθόνη του υπολογιστή (που προφανώς δεν παρέχεται) ή να τα εκτυπώσουμε με δικά μας έξοδα, ή τελικά να αγοράσουμε το σύγγραμμα. Ακόμα και στη δική μας σχολή, που σε πολλά εργαστηριακά μαθήματα δεν απαιτείται να εξεταστούμε πάνω σε ύλη από συγγράμματα, παραμένει η ανάγκη για κατοχή συγγραμμάτων που θα ανατρέχουμε συνεχώς (όπως ο Neufert που μόθηκε!﷽﷽﷽﷽﷽χανατριτείται να εξεταστοματοδλις καταργήθηκε!). Όσο για την παροχή των απαραίτητων υλικών και εκτυπώσεων που απαιτούνται για την εκπόνηση των εργασιών (που συνολικά για τις σπουδές μας το κόστος τους προσεγγίζει τις κάποιες χιλιάδες ευρώ) ούτε λόγος.

Ακόμα, το ως τώρα δεδομένο φοιτητικό πάσο για τις μετακινήσεις δεν είναι και τόσο δεδομένο, αφού πλέον κάθε φοιτητής οφείλει να καταβάλλει το «συμβολικό» ποσό των 2,5 ευρώ.  Καθ΄όλα συμβολικό, καθώς σηματοδοτεί την κατάργηση ενός ακόμα δικαιώματος των φοιτητών και προλειαίνει το έδαφος για μια πιο «ουσιαστική» συμμετοχή μας.

Για άλλες παροχές, όπως η σίτιση και η στέγαση, αυτές πλέον περνούν στην αρμοδιότητα των πανεπιστημίων και επομένως η χρηματοδότησή τους θα προέρχεται από τον ήδη περιορισμένο οικονομικό προϋπολογισμό των ιδρυμάτων, με στόχο το κράτος να απαλλαγεί από ένα ακόμα έξοδο…

Τα δήθεν “πρωτοποριακά” κουπόνια που διαφημίζει το υπουργείο, δεν είναι παρά η έμμεση μείωση των δωρεάν σπουδών και παροχών από το κράτος. Τα κουπόνια αποτελούν το χρηματικό ποσό που δικαιούται ο φοιτητής από το κράτος για τις σπουδές του και θα του επιτρέπει να καλύπτει δίδακτρα και παροχές. Το χρηματικό ποσό που αντιστοιχεί σε αυτά θα ακολουθεί την ατομική επίδοση του κάθε φοιτητή (επιλεγόμενο πρόγραμμα σπουδών, βαθμολογία, διαγωγή, εργασία στο πανεπιστήμιο κλπ!). Ακόμα και αν ο φοιτητής πληροί όλες τις προϋποθέσεις, το συνολικό χρηματικό ποσό δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να καλύψει το σύνολο των αναγκών του. Για όσα δηλαδή θεωρούνταν δεδομένα ως τώρα με μοναδική προϋπόθεση την φοιτητική μας ιδιότητα, τώρα θα απαιτείται ένα σύνολο σκληρών κριτηρίων.

Το πανεπιστήμιο, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες του θα μπαίνει στη διαδικασία να αντιμετωπίζει τους φοιτητές ως εμπορευματικό είδος (κουπόνι). Θα είναι υποχρεωμένο να προσελκύσει είτε φοιτητές με υψηλό οικονομικό υπόβαθρο, είτε να ασκεί όλο και περισσότερη πίεση στους φοιτητές του προκειμένου να φέρουν επιδόσεις που θα ανταποκρίνονται στα κριτήρια της αγοράς ή να καλύπτουν το κόστος των σπουδών τους με άμισθη εργασία στις υπηρεσίες του. Με το κουπόνι-κάρτα προετοιμάζεται το έδαφος για την επιβολή διδάκτρων, τη μετατροπή του φοιτητή σε πελάτη που “αγοράζει” υπηρεσίες εκπαίδευσης από το πανεπιστήμιο, αλλά και από κάθε “πιστοποιημένο” ιδιώτη.

Για όσους δε διαθέτουν τα απαιτούμενα χρήματα, υπάρχουν τα φοιτητικά δάνεια (άτοκα για τους φοιτητές που δεν έχουν ξεπεράσει το ν+1) καθώς και η εργασία σε τομείς της σχολής (το τι θα απογίνουν οι ήδη εργαζόμενοι εκεί δεν το ξέρουμε).

·  αλλάζει το μοντέλο διοίκησης των πανεπιστημίων:

Παύει να είναι η “ξεπερασμένη, πολυμελής και υπερβολικά δημοκρατική” σύγκλητος το ανώτατο διοικητικό όργανο και αντικαθίσταται από το 15μελές “συμβούλιο διοίκησης”, το οποίο θα αποτελείται από 8 εκλεγμένους καθηγητές και έναν φοιτητή που από κοινού θα διορίζουν ακόμα 6 εξωτερικά (δηλαδή να μην έχουν σχέση με πανεπιστήμια) μέλη. Ο πρόεδρος του συμβουλίου πρέπει υποχρεωτικά να είναι ένας εκ των 6 εξωτερικών μελών. Το συμβούλιο είναι αυτό που θα διορίζει και τον πρύτανη. Με άλλα λόγια, δημιουργείται ένα μισοεκλεγμένο υπερ-όργανο το οποίο θα εκλέγεται κάθε 6 χρόνια, θα αποφασίζει μόνο του για τα πάντα (η σύγκλητος μόνο συμβουλευτικό χαρακτήρα θα έχει) και δε θα ελέγχεται από κανένα, αφού καμία σχέση δε θα έχει με τις συνελεύσεις των τμημάτων ή των σχολών.

Με την δικαιολογία της “διαφθοράς” στα πανεπιστήμια, που τα ίδια τα κόμματα εξουσίας εξέθρεψαν, ευαγγελίζονται έναν καλύτερο τρόπο διοίκησης. Η πραγματικότητα δείχνει ήδη τις προθέσεις του υπουργείου: διορισμένες από την Διαμαντοπούλου εφορευτικές επιτροπές, εκλογικό σύστημα που κάθε άλλο παρά αδιάβλητο είναι, υποψήφιοι που προέρχονται από τα γραφεία των κομμάτων εξουσίας και ένα ολιγομελές τελικό συμβούλιο, που δεν θα ελό﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽εν θα ελε από τα γραφε διορισμ’έγχεται από κανέναν, πέρα από την εκάστοτε ηγεσία του υπουργείου παιδείας και τις επιχειρήσεις που θα φροντίζουν να “βάλουν” τους εκλεκτούς τους ως εξωτερικά μέλη στα συμβούλια.

Η συνδιοίκηση απ’ την άλλη, διατηρείται σαν θεσμός, αλλά οι εκπρόσωποι των φοιτητών θα εκλέγονται με ενιαίο ψηφοδέλτιο, χωρίς πολιτικές διαφοροποιήσεις. Δεν θα εκλέγονται δηλαδή με βάση τις θέσεις τους, αλλά με βάση το ποιοι/ες έχουν το καλύτερο στυλ, είναι οι πιο κοινωνικοί ή ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Στην πραγματικότητα, επιχειρείται η στεγανοποίηση αυτού του οργάνου από οποιαδήποτε φοιτητική πίεση, αν σκεφτούμε πως σε τελική ανάλυση είναι αυτό που θα κληθεί να εφαρμόσει τον οποιοδήποτε νόμο και ρύθμιση, όποτε αυτά ψηφίζονται. Τέρμα λοιπόν με το ενοχλητικό φοιτητικό κίνημα και τις πιέσεις του, πλέον θα μιλάνε και θα αποφασίζουν άλλοι γι’ αυτό…

 

·  εντατικοποιούνται οι ρυθμοί σπουδών:

Προβλέπεται η διαγραφή κάθε φοιτητή που δε θα γραφτεί στη σχολή για δύο εξάμηνα και διαγραφή μετά από ν+2 έτη. Με τα σημερινά δεδομένα δηλαδή, οι μισοί φοιτητές της σχολής μας δε θα έπαιρναν πτυχίο (μέσος όρος φοίτησης τα 7,2 έτη)! Επίσης, το συμβούλιο διοίκησης έχει την ευχέρεια να θέτει περισσότερους περιορισμούς και απαιτήσεις για τους φοιτητές, όπως οι υποχρεωτικές παρακολουθήσεις μαθημάτων, τα απανωτά τεστ κατά τη διάρκεια του εξαμήνου και ο περιορισμός των εξεταστικών περιόδων. Από την άλλη, η αυστηρή τήρηση των 13 εβδομάδων μαθημάτων για την ολοκλήρωση εξαμήνου, τίθεται για την “προληπτική” αποτροπή των φοιτητικών κινητοποιήσεων, όπως απέδειξαν και οι απειλές της Διαμαντοπούλου, στις κινητοποιήσεις και τις καταλήψεις του περασμένου Σεπτέμβρη-Οκτώβρη. Ένας ακόμα στόχος αυτής της διαδικασίας είναι να συνηθίσουν οι φοιτητές στα εξαντλητικά ωράρια και τις απάνθρωπες απαιτήσεις που θα επιβάλλουν οι εργοδότες τους στο μέλλον και συνολικά η νεολαία να “σφυρηλατηθεί” σε ένα νέο “καλούπι”, που δεν θα αφήνει περιθώριο για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα ή αντίδραση.


·  καταργείται το άσυλο:

Η κατάργηση του ασύλου αποτελεί επίθεση όχι μόνο στο φοιτητικό κίνημα, αλλά στο σύνολο του λαϊκού κινήματος και των κοινωνικών αντιστάσεων, εμπεδώνοντας το κράτος καταστολής και μηδενικής ανοχής. Χωρίς το ιδεολογικό και φυσικό καταφύγιο του ασύλου, θα μπορούν πλέον να κατατρομοκρατούνται οι αγώνες και οι συλλογικές διαδικασίες των φοιτητών, αλλά και όλων των κινητοποιούμενων κομματιών της κοινωνίας. Αυτό ήδη έχει αρχίσει να φαίνεται σε ένα πρώτο βαθμό, στις απεργιακές κινητοποιήσεις των τελευταίων μηνών και στις πορείες τις 17 Νοέμβρη, όταν η αστυνομία εισέβαλε ακόμα και στο κτίριο διοίκησης του ΑΠΘ, όπου πραγματοποιούνταν εκδήλωση της πρυτανείας. Η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών ποτέ δεν απαγορεύτηκε, μιας και ποτέ δεν ήταν επικίνδυνη για την άρχουσα τάξη. Το ζήτημα είναι όταν αυτή πάει να γίνει πράξη, δηλαδή όταν οι φοιτητές υιοθετούν ριζοσπαστικές πρακτικές και αμφισβητούν πρακτικά την ισχύουσα κατάσταση. Με αυτή την “ρύθμιση” (που ήταν και η καθοριστική για κοινή στήριξη του νόμου Διαμαντοπούλου από ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΛΑΟΣ), εν μια νυκτί γίνεται τομή στην ιστορία του πανεπιστημίου και των κοινωνικών αγώνων. Η στιγμή που έγινε η κατάργηση του ασύλου δεν είναι τυχαία, καθώς συμπίπτει με την εμβάθυνση της κρίσης και των αντικοινωνικών πολιτικών που τη συνοδεύουν, καθτων.﷽﷽﷽﷽﷽﷽κινημικοινωνικουηνών ήώς και την όξυνση των κινημάτων, έχοντας στόχο τον ουσιαστικό περιορισμό των τελευταίων.

 

Και πώς μπορούμε να απαντήσουμε εμείς σε αυτά;

Πολύ συχνά, προκειμένου να καμφθεί η δυναμική και μαχητική δράση των φοιτητικών συλλόγων, οι κυβερνήσεις και τα ΜΜΕ μας κατηγορούν ότι δεν έχουμε αντεπιχειρήματα και συγκεκριμένα αιτήματα. Η απάντησή μας σε αυτούς οφείλει να είναι η εξής:

Δημόσια και Δωρεάν εκπαίδευση για όλους.Το κράτος πρέπει να προσφέρει δωρεάν εκπαίδευση χωρίς ταξικούς και εξεταστικούς φραγμούς. Είμαστε ενάντια σε οποιαδήποτε εισαγωγή διδάκτρων ή ιδιωτική εκπαίδευση. Απαιτούμε αύξηση της δημόσιας χρηματοδότησης χωρίς όρους (η οποία έχει μειωθεί κατά 40% τον τελευταίο χρόνο, προκειμένου να συμβαδίσει με τις δεσμεύσεις του μνημονίου!). Κατανομή των πόρων προς όφελος των φοιτητών.

Αύξηση των φοιτητικών παροχών.Οι φοιτητές θα πρέπει να καλύπτονται από δωρεάν συγγράμματα, μεταφορές, σίτιση και στέγαση. ‘Οχι στους νέους περιορισμούς των φοιτητικών παροχών, που προωθείται μέσω των φοιτητικών κουπονιών και των ανταποδοτικών κριτηρίων, που στην ουσία μεταφέρουν έμμεσα το κόστος στους φοιτητές.

Ενιαία πανεπιστημιακή εκπαίδευση για όλους, γιατί πρέπει να σπουδάζουμε αποκτώντας σπουδές που να αφορούν το σύνολο του γνωστικού αντικειμένου και να οδηγούν σε ενιαία και ισχυρά πτυχία και όχι σε ειδικευμένες ή τεχνικές γνώσεις. Είμαστε ενάντια στα πτυχία πολλών ταχυτήτων που αφορούν στο ίδιο γνωστικό αντικείμενο και σε κάθε τύπου ειδικεύσεις που περιορίζουν τις εργασιακές δυνατότητες των πτυχιούχων. Τα διαφορετικών επιπέδων πτυχία, που οξύνουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των υποψήφιων εργαζομένων μπορούν να οδηγήσουν μόνο σε μείωση των αποδοχών των ίδιων και στον ατομικό δρόμο διαπραγμάτευσης του εργασιακού τους μέλλοντος, καταργώντας κάθε έννοια συλλογικής διεκδίκησης.

Μια σχολή και ένα ενιαίο πτυχίο ανά γνωστικό αντικείμενο με όλα τα εργασιακά και επαγγελματικά δικαιώματα κατοχυρωμένα σε αυτόενάντια σε ειδικεύσεις-κατατμήσεις, που περιορίζουν το γνωστικό, άρα και το εργασιακό πεδίο των αποφοίτων. Το αίτημα αυτό είναι άμεση επέκταση του παραπάνω.

Καμία αξιολόγηση ιδρυμάτων και σχολώνπου θα πιέζει στην κατεύθυνση ενός ακόμα πιο ανταποδοτικού για το κεφάλαιο πανεπιστημίου. Θέλουμε το ίδιο το φοιτητικό κίνημα, μέσα από τις ανεξάρτητες διαδικασίες του, τις γενικές συνελεύσεις και τα συντονιστικά τους να αποφασίζει για ζητήματα που το αφορούν. Αυτό δεν μπορεί να σημαίνει την συμπλήρωση ερωτηματολογίων με προδιατυπωμένες ερωτήσεις σε μια αποστειρωμένη ατομική διαδικασία.

‘Οχι στη Δια Βίου Μάθηση, στα πλαίσια του εργασιακού μοντέλου του απασχολήσιμου. Το ενιαίο γενικό πτυχίο με όλα τα εργασιακά και επαγγελματικά δικαιώματα κατοχυρωμένα σε αυτό πρέπει να αποτελεί τη μοναδική προϋπόθεση για την άδεια άσκησης επαγγέλματος. Ο καθένας πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ζει αξιοπρεπώς από μια δουλειά και κριτήριο για τη δια βίου μόρφωσή του να είναι οι ανάγκες και οι επιθυμίες του ίδιου. Οι εργασιακές απαιτήσεις για ανανέωση γνώσεων πρέπει να γίνονται στον χώρο δουλειάς, με έξοδα του εργοδότη και πληρωμένες άδειες. Την ώρα δηλαδή, που ο εργαζόμενος δεν δουλεύει προκειμένου να εκπαιδευτεί, να πληρώνεται κανονικά.

Ελεύθερη πρόσβαση στη γνώση και στην έρευνα σε οποιαδήποτε βαθμίδα της και σε οποιαδήποτε ηλικία, χωρίς κοινωνικούς, οικονομικούς, ταξικούς φραγμούς.Πιστεύουμε πως η έρευνα δεν πρέπει να διενεργείται με οικονομικά κριτήρια προς εκμετάλλευση των επιχειρήσεων, με στόχο την κερδοφορία.

‘Οχι στην κατάργηση του ασύλου – επανακατοχύρωση και επέκτασή του σε σχολεία και εργασιακούς χώρους.

Μείωση των ωρών εργασίας και παράλληλη αύξηση των αποδοχών ως μοναδική απάντηση στην ανεργία. ‘Οταν το οκτάωρο ήταν αίτημα του 1890, διανύοντας τον 21ο αιώνα και με την τεχνολογία να έχει κάνει άλματα, είναι πισωγύρισμα οι εργαζόμενοι να δουλεύουν 12 έως και 15 ώρες. Στο σήμερα, απαιτούμε όχι απλώς την επιστροφή στο οκτάωρο, αλλά ακόμη μικρότερο ωράριο, χρησιμοποιώντας την τεχνολογία ως μέσο για καλύτερες συνθήκες ζωής όλων των μελών της κοινωνίας. Λιγότερες ώρες εργασίας με αύξηση του μισθού, ενάντια στο σημερινό μοντέλο του ελαστικού ωραρίου.Τα ήδη ψηφισμένα νομοσχέδια, αλλά και οι προωθούμενες μεταρρυθμίσεις πρέπει να μας βρουν αντιμέτωπους.

 

Και πώς παλεύουμε για αυτά;

Το αποφασιστικό βήμα της πολιτικής της κυβέρνησης, της ΕΕ και του ΔΝΤ στην κατεύθυνση της δημιουργίας του νέου μοντέλου εργαζόμενου, που εμπεριέχει την πλήρη αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης πρέπει να συναντήσει στον δρόμο του ένα αποφασισμένο, ανεξάρτητο φοιτητικό κίνημα που θα το σταματήσει. ‘Ενα κίνημα που πρέπει να λειτουργεί με τις δικές του ανεξάρτητες διαδικασίες: οι γενικές συνελεύσεις και ο συντονισμός τους, με όπλο την άμεση δημοκρατία είναι η απάντηση σε χρεοκοπημένες λογικές εκπροσώπησης. Μόνο μέσα στις Γενικές Συνελεύσεις, οι φοιτητές μπορούν να συμμετέχουν όλοι και ισότιμα, μπορώντας να κρίνουν, να συγκρίνουν, να διατυπώνουν και να επιλέγουν αντιλήψεις, πολιτικές και μορφές απάντησης. Οι γενικές συνελεύσεις αποτέλεσαν και πρέπει να συνεχίσουν να αποτελούν τη δική μας λογική για τον διάλογο με ισότιμους και αμεσοδημοκρατικούς όρους λειτουργίας. Αυτές είναι η απαραίτητη βάση για την οικοδόμηση ενός νικηφόρου κινήματος ανατροπής. Ο συντονισμός των γενικών συνελεύσεων και η σύνδεσή τους με τα υπόλοιπα κομμάτια της εκπαίδευσης και της εργασίας μπορούν να ανατρέψουν συνολικά την ασκούμενη πολιτική. Μέσα από ένα τέτοιο κίνημα μπορούμε να έχουμε μια δυναμική απάντηση για τη ζωή μας πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το πανεπιστήμιο, με μια δράση μέσα και έξω από αυτό. Μέσα στο πανεπιστήμιο, με καθημερινή παρέμβαση, επιτροπές, συνελεύσεις, καταλήψεις γραφείων, ερευνητικών και σχολών και έξω από αυτό, στους δρόμους, με διαδηλώσεις και αναζήτηση όλων εκείνων στην κοινωνία που μπορούν και πρέπει να είναι μαζί μας και εμείς μαζί τους.

 

αριστερή κίνηση αρχιτεκτονικής – εαακ

This entry was posted in φοιτητικό κίνημα. Bookmark the permalink.

Σχολιάστε